πρῴραθε

πρῴραθε
πρῴρᾱθε , (ν)
1 from the prowπρῴραθεν Εὔφαμος καταβαὶς” (Bergk: πρώραθεν codd.) P. 4.22 ταχὺ δ' ἄγκυραν ἔρεισον χθονὶ πρῴραθε (Bergk: πρώραθε codd.) P. 10.52

Lexicon to Pindar. . 2010.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • πρῴραθε — πρῴρᾱθε , πρῴραθεν from the ship s head indeclform (adverb) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πρώραθεν — πρῴραθεν ΝΑ και ποιητ. τ. πριν από σύμφωνο πρῴραθε και ιων. τ. πρῴρηθεν Α επίρρ. από την πρώρα, από το μέρος τής πλώρης. [ΕΤΥΜΟΛ. < πρῷρα + επιρρμ. κατάλ. θεν / θε* (πρβλ. πρύμνη θεν)] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”